|
разварившийся, уварившийся #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разварившийся? — καλοβρασμένος как на (ново)греческом будет слово уварившийся? — καλοβρασμένος как с (ново)греческого переводится слово καλοβρασμένος? — разварившийся, уварившийся — ανδραγαθικός — απροσκάλεστος — μαλακτικό — παραμέρισμα — ξυλόμετρο — ακυρώνω — καταστάμενος — μισοανοίγω — σείομαι — χοροπηδητό — ξέμπλεγμα — χασματίας — γκρεμνίζω — επίτοκος — ναυτοδικείο — Μαντιλάς — βλαχοχώρι — αναβιώ — τσαμπουκαλού — ραγιάς — κληρονομητήριο |
|||