Новогреческий словарь
ροκοκό
ροκοκό
το
рококо
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
рококо
? —
ροκοκό
как с
(ново)греческого
переводится слово
ροκοκό
? — рококо
#
(ново)греческий словарь
—
ευμορφάνθρωπος
—
παρατράγουδο
—
προτεσταντικός
—
βαμβακοπαρογωγικός
—
πεσιμιστικά
—
εγγυητήριος
—
μάκτρο
—
εκπωματίζω
—
προσευχητήριο
—
σαπωνοπωλείο
—
φωτοδιηθητήρας
—
δαφνοστεφάνωτος
—
ανθρωπομετρία
—
υγιεινός
—
γραφειοκράτις
—
βουτυράδικο
—
ενδοτικός
—
προπονήτρια
—
γριίστικος
—
ξεγνοιάζομαι
—
πτύσμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве