|
продолжаться; ~ζεται η κακοκαιρία — [phrase]продолжается непогода[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово продолжаться? — συνεχίζομαι как с (ново)греческого переводится слово συνεχίζομαι? — продолжаться — άλλο — δακτυλιόλιθος — αμάλαγος — παρατιμονιά — μονόμετρος — δυσειδής — ορμαθός — αποδήμηση — παρεισαγωγή — μαγγανοπήγαδο — εξυμνώ — ξεκάθισμα — ναργελές — βαριαρρωστω — χουνέρι — γιλέκο — πριστήριον — μυκητοειδής — ασφαλιστικό — γκουστέρα — φωτοκοίω |
|||