|
η мед. птоз, проляпсус #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово птоз? — πρόπτωση как на (ново)греческом будет слово проляпсус? — πρόπτωση как с (ново)греческого переводится слово πρόπτωση? — птоз, проляпсус — αμνήστευση — Δωρόθεος — πτωτικά — άπταιστος — περιχαράζω — δαντελλάδικο — παροχετευτικός — κίτριον — χαμηλοβλεπούσα — Μαργαρίτα — πάγουρος — ιδιοσυγκρασιακός — διεκδικούμενος — ασφάραγος — κόμισσα — τσιμπηματάκι — μακροσκοπικός — πουσταρέλι — εγνοιάζομαι — τσίκνωμα — πινακωτή |
|||