|
το длина, протяжённость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово длина? — διάμηκες как на (ново)греческом будет слово протяжённость? — διάμηκες как с (ново)греческого переводится слово διάμηκες? — длина, протяжённость — μυξοκλαίω — καπνοπαραγωγή — άμια — δακτυλοδεικτώ — προεδριλίκι — αντικειμενικότητα — ταχύ — αρτοπρατήριον — αβίζο — μέροψ — ευγενικά — βασιλιάς — ανεπανάληπτος — αφεντογυναίκα — αιώνας — ανοργάνιστος — μαθηματικός — κομμωτήριο — αναβαπτισμός — κοινολόγηση — ανεμοσκόρπιστος |
|||