|
краеугольный; ~ λίθος — краеугольный камень #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово краеугольный? — ακρογωνιαίος как с (ново)греческого переводится слово ακρογωνιαίος? — краеугольный — νερουλάδα — ακουαφόρτε — αντέτι — σιδηροδρομικός — ωχροκίτρινος — πρώτα — σωριαστός — ασυναίσθητος — βλαχοποιμήν — ημιεπίσημος — βιβλιεμπόριο — ζερδαλί — μαραζώνω — ροχατλήκι — τελματώνομαι — διέγνωσα — ζέγουνα — φτερνοχτυπώ — γοργοπόδαρος — σπήλιο — υπερθύριον |
|||