|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χαζολογώ? — — εικοσιπεντάρι — εντεροστομία — επιστεγάζω — πίπιζα — τεκμηριώνω — δραστηριοποιούμαι — υπάλληλος — βακτηριακός — κερματοδέκτης — βασιλομήτωρ — αστραχάς — ανταπεργιακός — αβαυκάλιστος — σαπφισμός — Δευτέρα — επαναδίδω — γηροκομία — κοινοπραγία — τοιχωρυχος — συγύρισμα — ζωνοσκώληκες |
|||