Новогреческий словарь
βεγγαλέζικος
βεγγαλέζικος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βεγγαλέζικος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ξεπερνιέμαι
—
διάλευκος
—
Θεριστής
—
καυτός
—
αβανιά
—
καστόρινος
—
κλιμακωτός
—
αργυραμοιβός
—
κολβερτισμός
—
εφημεριδογράφος
—
χλιμάρα
—
εξηγητικός
—
μελισσοκουβέλα
—
ελιοτριρόπετρα
—
ριζόκαστρο
—
μένω
—
φρεναδόρος
—
στρουγκιό
—
πυελοσκόπηση
—
αιγίλωψ
—
ισπανομαθής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве