Новогреческий словарь
στηθοσκόπηση
στηθοσκόπηση
η мед.
стетоскопия, выслушивание
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стетоскопия
? —
στηθοσκόπηση
как на
(ново)греческом
будет слово
выслушивание
? —
στηθοσκόπηση
как с
(ново)греческого
переводится слово
στηθοσκόπηση
? — стетоскопия, выслушивание
#
(ново)греческий словарь
—
αυτοβοήθητος
—
ελαβον
—
πληθύνω
—
πολιτισμολογία
—
εδαφογνωσία
—
μεταξύλημα
—
νύφη
—
φλήναφος
—
μπιραριέρισσα
—
συνεορτάζω
—
ηθικοθρησκευτικός
—
κλασσικίζω
—
αδελφοπαίδι
—
ρυθμιστής
—
πιόσιμο
—
κρυπτός
—
μυτερός
—
εμπρόθετος
—
καταλληλότητα
—
μικροτεχνία
—
διάδηλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве