Новогреческий словарь
ημιλαρχία
ημιλαρχία
η воен.
полуэскадрон
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
полуэскадрон
? —
ημιλαρχία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ημιλαρχία
? — полуэскадрон
#
(ново)греческий словарь
—
αποικίζω
—
ρακαριό
—
σέλλωμα
—
διατακτικός
—
μηχανοθεραπεία
—
αγγελοειδής
—
αφραγκία
—
γομαριάζω
—
ξεσκούφωτος
—
διασταυρώνω
—
ακετόνη
—
ευρωστία
—
φαρμακοτρίφτης
—
κιολας
—
μαγειρίτσα
—
συναθλητής
—
ελάφι
—
βιοτεύω
—
τσεπώνω
—
ηβώ
—
αρπαχτής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве