Новогреческий словарь
οδοντοψήκτρα
οδοντοψήκτρα
η
зубная щётка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
зубная щётка
? —
οδοντοψήκτρα
как с
(ново)греческого
переводится слово
οδοντοψήκτρα
? — зубная щётка
#
(ново)греческий словарь
—
κρυσταλλώσης
—
γυρεψιά
—
ρασιοναλισμός
—
επιναυπηγός
—
ερημότοπος
—
ολοπόρφυρος
—
μελλοθάνατος
—
ριζίδιον
—
αϋφαντάκος
—
ποτάσσιον
—
βύσμα
—
διπλοχαιρετίζω
—
ψυχαναλύτρια
—
βαβυλώνια
—
ισχιαδικός
—
αρχαιόσυλος
—
φιλανθρωπισμός
—
αμάν!
—
ολόμαλλος
—
κερδοσκόπος
—
αντιρροή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве