|
конский, лошадиный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конский? — αλογινός как на (ново)греческом будет слово лошадиный? — αλογινός как с (ново)греческого переводится слово αλογινός? — конский, лошадиный — ανεγγιξιά — δόκιμα — αργότερα — ενδορραχιαίος — λαγιάζω — αντιπαρασιτικός — μπαξεβανικά — γεννησίμιο — διοργάνωση — βαμβακόλαδο — μηκύνω — χρυσοκεντήτρια — γεράνιος — εβδομαδιαίος — αμβλύστομος — ανασπαστήρας — γινατώνω — στομίς — μερίδα — ασθματικός — ειδωλολάτρισσα |
|||