|
сладкозвучный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сладкозвучный? — αηδονόλαλος как с (ново)греческого переводится слово αηδονόλαλος? — сладкозвучный — στραμπουλιξά — ψητό — ασκίαυλος — τοκογλυφία — μικρανεψιά — πολυκομματικός — αντισταθμιστικά — πολυσύχναστος — μετοικισμός — δερμοπάβεια — σακχαρολαβίς — κλιμακώνω — ματαιόδοξος — εμπυηματικός — τυχαίος — δροσισμένος — ψεύδισμός — γαία — εκποιήσιμος — εξαόροφος — θημωνιά |
|||