|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βρυχώμενος? — — αποτίναγμα — φοινικόπτερος — απειθής — οξύαυλος — ματζιόρε — αιθεροβατώ — ανυποχώρητος — επισκίασις — βιβλιοπωλικός — πρωκτίτιδα — ορδινάντσα — πρακτικογράφος — πεθαμένα — κουτσομπόλεμα — εποστρακιστικός — άγνωστο — εξασφάλιση — τοκογλυφία — διευκρίνιση — εύκοσμος — νειρεύομαι |
|||