ασκημούτσικα

формы словаβ
ασκημούτσικα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ασκημούτσικα? —


χωρατότίπύελοςγλυκόηχοςπλίνθωμαχολερίνηπεριδινήςαρμονίζωαναγελαστήςσέρραμαζεμένοςευφημισμόςδιπλάρμπουροςαπολογητικόςδιδασκαλικήώμιοδιάρκειααναμαρμαρώνωβράδυνσηκρατητόςκενοδοξία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit