|
το обмылок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обмылок? — απολειφάδι как с (ново)греческого переводится слово απολειφάδι? — обмылок — γρικω — ενυδάτωση — ξεζουμισμένος — γλυφή — αναστένω — αρωματίζω — Κυπραίος — ρέφερης — φωτισμός — χωρισιά — εξωραΐζω — δάσυνση — μεσόγεια — ισλαμισμός — αλσύλιο — τζουμπούσι — παράμεσος — επόθην — φωτίζομαι — ξυλόπνευμα — μετέχω |
|||