|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καταπολεμιέμαι? — — απαράλειπτος — γκέλλι — μπιζέλι — κιγκλιδωτός — ξαναμιλώ — παρονομάζομαι — υπερεγώ — διπλώνω — αδικοκρένω — πεντάπλευρος — κερκόπορτα — χνοώδης — ικτερώδης — λιοστρόφι — αερόθερμο — δισεξάδελφος — κρόταλο — κατοπτρισμός — ξεσπιτώνομαι — άκομψα — αποκάτωθε |
|||