Новогреческий словарь
έκχυτος
έκχυτ|ος
~α πετρώματα
вулканические породы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вулканические породы
? —
έκχυτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
έκχυτος
? — вулканические породы
#
(ново)греческий словарь
—
μήνις
—
διόρθωμα
—
δήμα
—
ευπιστία
—
στάλισμα
—
αγεννησιά
—
αμερικανοκρατούμενος
—
τσουκάλι
—
εκκρεμές
—
ατρόχιστος
—
μαδαρίζω
—
αλλαντοπωλείο
—
ορυζάλευρο
—
άφροντις
—
αναμονή
—
μισογκρεμισμένος
—
κεφαλαιοκρατικός
—
ξέχωρος
—
μακροημέρευση
—
πού
—
φουριόζικα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,