|
спорт. судейский; ~ επιτροπή — судейская коллегия; жюри (соревнования, конкурса и т. п.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово судейский? — ελλανόδικος как с (ново)греческого переводится слово ελλανόδικος? — судейский — ιστιοποιείο — υδρόμυς — φθορισμός — φασκελοκουκουλώνω — λύκαινα — αρατός — αντιμέτωπος — γαμιάς — άλειωτος — μερακλού — αντιχαίρετε! — κοταχνιάζει — νικέλινος — ασήκικος — πικρόγελος — νεκροτομή — καλλιγραφικός — ημερήσιος — προσχώνω — εξάνθημα — γαρούφαλο |
|||