|
(-εως) η наступление, приближение; η ~ τού θανάτου — наступление смерти #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово наступление? — επέλευσις как на (ново)греческом будет слово приближение? — επέλευσις как с (ново)греческого переводится слово επέλευσις? — наступление, приближение — ελεεινότητα — ευθορσώ — συγκοινωνών — ανειλικρίνεια — αμαρτάνω — διαβρωσιγενής — αυτοεξευτελισμός — τσουκάλι — οστεολογία — σκούνα — αναντίκρυστος — ουσιοεξάρτηση — επίπασμα — ασχολούμαι — αρμάζω — ευσπλαχνία — αποστεγνώνω — μελλοντικός — αφαρμάκωτος — μεσήλικας — αποθαρρώ |
|||