Новогреческий словарь
ημερονύκτιος
ημερονύκτι|ος
суточный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
суточный
? —
ημερονύκτιος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ημερονύκτιος
? — суточный
#
(ново)греческий словарь
—
αμούσκευτος
—
εγκλωβίζω
—
μεταμορφωσιγενής
—
βούκινο
—
γνεφολογώ
—
διακούω
—
ακάλυπτος
—
δαιμονολόγος
—
λεπτοκαρυά
—
πολυθεσία
—
περίγελο
—
εκπόρευση
—
λιβανιστήρι
—
κατουρλού
—
βλαστικός
—
γαστροκνήμιον
—
υπόταση
—
γυφτοπούλα
—
καταπράσινος
—
μεσολάβηση
—
εξασθενώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве