|
грам. выражающий тождество (о местоимении и т. п.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово выражающий тождество? — ομοιωματικός как с (ново)греческого переводится слово ομοιωματικός? — выражающий тождество — υπέρμαχος — μικτοβαρής — προσεφύην — υπόλειμμα — έμπραχτος — αξιοχρεωσύνη — πυτίνη — σκιαγράφημα — λιγόυπνος — δοντοκάρα — αναθερμαίνω — κεραμιδοκάμινο — φρούραρχος — τριανταφυλλόξιδο — διακυμαντικός — καλαντζίδικο — μεταφραστικά — αδράχνω — επιγραμματικός — αδιάθλαστος — παραμυθάκι |
|||