Новогреческий словарь
αποπτιλώνω
αποπτιλώνω
выщипывать пух
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
выщипывать пух
? —
αποπτιλώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποπτιλώνω
? — выщипывать пух
#
(ново)греческий словарь
—
νομιμόφρονας
—
διανυκτερεύων
—
αργίλοπλαστική
—
γαϊδουρίζω
—
ρεγκλάν
—
εγκαρδκοτικός
—
εξάχρονος
—
εφάπαξ
—
ξέφτι
—
κατασχετός
—
νικητήριος
—
κροταφικός
—
ευοσμία
—
σογχωρητός
—
οξύφωνος
—
υδρογραφικός
—
γλυτώνω
—
βενθογενής
—
γρατσουνιά
—
εντολοδόχος
—
κονκάρδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве