|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πολυφορτώνω? — — ζερζαβάτι — γυαλένιος — εκπωμάτιση — σόϊ — αγροικητά — υποδέκτης — απολυτρώνω — απαρεμφατικός — πωλητήριος — σκωπτικά — βροντω — βόρειος — αλετράς — μυστήριος — κυπρέϊκος — λωποδυτώ — προτείχισμα — καβάλημα — θρυαλλίδα — ανεξόρυκτος — ξέχωσμα |
|||