|
ползком #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ползком? — συρτά как с (ново)греческого переводится слово συρτά? — ползком — διευθετήσιμος — νευροχειρουργός — δημοτικότητα — αποτεφρωτήρας — οσφραντικός — λακκουβίτσα — τορπιλλικό — κακοθελητής — ασυζητητί — βριζάλεύρο — ωφέλιμο — αδερφομοιράδι — φαρμακιάρης — ξεγόφιασμα — πρωτεύουσα — χιούτη — εριουργός — ματαβάζω — μεγαλέμπορας — μπουσουλάω — χαλυβδωμένος |
|||