|
ставить межевые столбы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ставить межевые столбы? — σταλικώνω как с (ново)греческого переводится слово σταλικώνω? — ставить межевые столбы — μαργαρώδης — αποκοσκινίζω — κοντραμπάντο — καταχαλάω — ξενογαμία — αργοπατώ — κοπάδι — ράσπα — πλαγιοβάδισμα — δημαρχικός — τουφεξής — γούρνα — προαιρετικά — χαχάνισμα — μαϊμουδίστικος — κεραμιδώ — αξεμύτιστος — εισκομιδή — οπλοφορώ — κονιοποιώ — ανταλλάζω |
|||