|
кончить обед, пообедать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кончить обед? — απογευματίζω как на (ново)греческом будет слово пообедать? — απογευματίζω как с (ново)греческого переводится слово απογευματίζω? — кончить обед, пообедать — αποτρίβω — χιονόπτωση — πενταπλούς — συνδετικός — αντάμικος — δίαρχία — σακχαρουρία — ορμέμφυτος — ανεμαλαγιά — αντιθεατρικός — σατινάρισμα — αφωνητί — Πρωτομαγιά — διασχιδής — αυτοαπτίζομαι — λάδι — καλοπληρώνω — εξουδετερώνω — επινεφρίδιος — σαράφικος — ξεκοτσάρισμα |
|||