|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κουζινάκι? — — ψυχρίτσα — ηώς — ασύχαστος — σιδηρωρυχείο — αντιδικία — υδροπότις — αποκρατικοποιούμαι — ζάφτι — ανύδρευτος — τζαναμπετιά — αναντικατάστατος — εκπαρθενεύω — τσατσάρα — ηδονοθηρικός — παρελκύω — τάχυνση — συνημμένως — αλμυρόπικρος — πληκτροφόρο — ορμόνη — παραλογητό |
|||