Новогреческий словарь
αμυρολόγητος
αμυρολόγητ|ος
неоплаканный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
неоплаканный
? —
αμυρολόγητος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αμυρολόγητος
? — неоплаканный
#
(ново)греческий словарь
—
λεηλασία
—
ζωάνθρωπος
—
μεμβρανώδης
—
σακχάρωση
—
ψαρωτικά
—
γατσιάζω
—
μπλεξιά
—
σάμπως
—
μπουλούκα
—
αλάτινος
—
σωβινιστικός
—
παραγάδι
—
ολοκαινούργιος
—
τετραψήφιος
—
κούτρημα
—
χυμευτικός
—
φύλαγμα
—
φορολόγηση
—
ελαιόδενδρον
—
θόλος
—
αρνούμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,