|
το прополка, выпалывание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прополка? — ξεβοτάνισμα как на (ново)греческом будет слово выпалывание? — ξεβοτάνισμα как с (ново)греческого переводится слово ξεβοτάνισμα? — прополка, выпалывание — κοταχνιάζει — λογικεύομαι — αυτοπροβάλλομαι — δυσανασχετώ — βότανα — εξάπλευρο — διαφανοσκόπηση — αναλικνίζω — τριτεξάδελφος — υγροταξία — σιδηροπάσσαλος — τσάγαλο — θεοδύναμος — αμηνόρροια — δικτατορεία — πολιτική — τολμητής — γκαντεμιά — ωοθήκη — αλευροζούμι — πνέμα |
|||