αναποφάσιστα

формы словаβ
αναποφάσιστα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αναποφάσιστα? —


συντηρητικόςδουλεύωκοκάρδαζευγολατιόετερόπουςημίκλαστοςνικελίνηςμυθομανήςμικράταθεοτικάσυμπαραστέκομαιπαστρικοχέρηςστρατηλάτηςμπεκρουλιάζωασυνάρτητοςκασμήριπροσφωνώσυνοικιακόςπερίζηλοςμάζωμανοσώδης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit