|
το дождемер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дождемер? — υετόμετρον как с (ново)греческого переводится слово υετόμετρον? — дождемер — τουφωτός — ερημωτής — συμπυροβολώ — αυτοκράτειρα — χαιρετισμός — μαρκαδόρος — επιδοματούχος — αποτυπώνω — βοσκοτόπι — σοσιαλιστής — θερσίτειος — πολυτραβώ — γαϊτάνι — ανυποψίαστος — γλυκοκουβεντιάζω — δορυκτησία — απαρχαιώνομαι — κήπος — οδόστρωμα — ευφυολόγημα — αποπιάνω |
|||