|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εκτρέφομαι? — — χαροποιώ — αρχοντοθυγατέρα — σμιγός — δήμευση — κολπορραφή — υποδιδάσκαλος — απροαιρέτως — καύσωνας — φούλι — πολιτικοκοινωνικός — μαλάς — λογάω — γαργαλιστικός — ανέροχα — ρούπι — αυτοπεποίθηση — νεραντζιά — αλλοπαθητικά — μισογυνισμός — ινδιάνικα — ηρωϊσμός |
|||