|
το уличный мальчишка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово уличный мальчишка? — αγυιόπαιδο как с (ново)греческого переводится слово αγυιόπαιδο? — уличный мальчишка — προσαρμόζω — αυγατώ — επιστημολογία — βαράθρωση — υδρομετρητής — αδιακλάδωτος — έμπνευση — Μήνη — φασκιά — μελομανία — βλαισοποδία — πλημμελώς — φιλήδονα — πρωτοβρόχι — πρωταίτιος — κατώγειο — αρμόνικα — αποκρυπτογράφησις — λαχειοπώλης — παράλιος — εκφράττω |
|||