|
сотрапезничать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сотрапезничать? — συνδειπνώ как с (ново)греческого переводится слово συνδειπνώ? — сотрапезничать — λύγος — εφηρμοσμένος — ξεψυχισμένα — χλεύασμα — αδερφοποιτός — σφίγγα — γρηγορεύω — γιορτινά — πάλιωμα — αποκήρυκτος — αμμωνοειδή — στραπατσάρης — αναξιόλογος — πνιγμός — πρελούντιο — ωόγολα — πολυνευρίτιδα — βαρβατεύω — απασσάλειφτος — πλισσάροι — ωμοπλινθοδομή |
|||