|
ο пролив #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пролив? — πορθμός как с (ново)греческого переводится слово πορθμός? — пролив — οβιδοβόλο — πρισματοειδής — ουρολοίμωξη — ξεθρακίζω — ασυνεπής — περιτύλιξη — καπνοχώραφο — αυθυπότακτος — δημητριάτικο — δίφρος — άλεση — εκνευριστικά — φωσγένιο — ρετσινόλαδο — βραχέα — απομουδιάζω — μόρτης — κανακάρικο — εννεαπλασιάζω — μονοσάνδαλος — γαυγίζω |
|||