|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συγγένισσα? — — περίσσεια — υδρονέφρωση — ευστόμαχος — Τουρκά — δεξίωση — δυναμομέτρηση — μαντεία — σαμπάνιο — βούρλισμα — εξόφθαλμα — ανθυγιεινότητα — ποιμαντορικός — φορτωμένος — αργυρίζω — κατουρλού — κραταιώνω — χουγιάζω — υπηρετομεσίτης — υπόχρεως — ανελαστικός — αμεταχείριστος |
|||