συγγένισσα

формы словаβ
συγγένισσα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово συγγένισσα? —


περίσσειαυδρονέφρωσηευστόμαχοςΤουρκάδεξίωσηδυναμομέτρησημαντείασαμπάνιοβούρλισμαεξόφθαλμαανθυγιεινότηταποιμαντορικόςφορτωμένοςαργυρίζωκατουρλούκραταιώνωχουγιάζωυπηρετομεσίτηςυπόχρεωςανελαστικόςαμεταχείριστος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit