|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πριόνισμα? — — διαλεκτική — επίδεσμος — απόλυτα — ραβανί — σώος — σπανακόπιττα — ενούρηση — αποδεικτέος — Πρωτομαγιά — τορπιλλοβόλο — καθρεφτιστός — περιγελαστής — συνάλλαγμα — εκτελωνισμός — ανακλαστικός — φεβρουαριανός — εικοσαπλασιάζω — παρέλκυση — φάπα — πισσοτήρ — πλημμελειοδικείο |
|||