|
το пи (название шестнадцатой буквы греческого алфавита); === στό ~ καί φί — немедленно, тотчас #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пи? — πί как с (ново)греческого переводится слово πί? — пи — ελεφαντόδους — λεμβοδρομώ — ελαιοφυτεία — ομόθερμος — υπόλογος — αγορητής — ενώπιος — θερμαστής — ανταπόδοση — εξάγωνο — κατασπάω — Ινδιάνα — διπλόστομος — παραθετικός — εβραϊστής — υπερώο — ψυχρηλατώ — πυριτιδαποθήκη — εμπλαστρο — ψηφοδέλτιο — φιλοτιμία |
|||