|
το площадка (лестницы) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово площадка? — πλατύβαθρον как с (ново)греческого переводится слово πλατύβαθρον? — площадка — αττικίζω — αλεπονουρά — θαλασσοπλοΐα — σοκολατίνα — μαράζι — ανάρπαστος — όφκαιρος — τεκνογονία — δίπλινθος — περιβάλλον — ρέμβω — βαρυσήμαντος — αψώνω — σκιερότητα — μαρξικο-λενινικός — κορώνω — υποτονία — άτοιχος — φορτώνω — σταλίκωμα — ανέγνωσα |
|||