|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καταγκρεμίζω? — — προπηλακίζω — ξεφουσκώνω — σωληνάκι — αντικαταστατός — ψηλόλιγνος — κουσελιάρα — αδελφοξάδελφα — εκτυπωτήριο — καλόβραστος — ανυψώνω — βουκινίζω — σχοινί — σπερματοβλάστη — απολύω — ανιχνευτικό — ερπετώδης — απαξιωτικός — λαχνός — παρευρίσκομαι — πεζοπόρος — ψηλαφητός |
|||