Новогреческий словарь
αγκυρώνω
αγκυρώνω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγκυρώνω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
άφωτος
—
ασπαρτός
—
μαυρίλα
—
εδεσματοθήκη
—
ειρηνική
—
σωπαίνω
—
δακτολιδάκι
—
εξάμβλωση
—
κατοχυρωμένος
—
αγαπώ
—
περιζώνω
—
ποταμάκι
—
μπάφιασμα
—
ζέβω
—
κυπάρισσος
—
οπορτουνισμός
—
χρωννύω
—
πολλά
—
ανομοιοκατάληκτος
—
ανάστερος
—
ασυγκρότητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве