|
το физиол. метамер, сегмент, членик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово метамер? — μεταμερίδιο как на (ново)греческом будет слово сегмент? — μεταμερίδιο как на (ново)греческом будет слово членик? — μεταμερίδιο как с (ново)греческого переводится слово μεταμερίδιο? — метамер, сегмент, членик — αθέμιτος — ανεκτικός — αντίκρυσμα — οξυρεγμία — διψερός — άμεμπτος — ασκάλαβος — ομολογητής — πρόβειος — αλατοπωλείο — πτώση — πέπερι — θαρρεύω — κατευναστικός — συντυγχάνω — τεφτέρι — θαλασσοπούλι — ανάκραοη — λιθοκοπία — πολυμήχανος — ανθοδοχείο |
|||