Новогреческий словарь
σοκαριστικός
σοκαριστικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σοκαριστικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πρυτανικός
—
ωοσκοπία
—
πολυόροφος
—
άλτ!
—
απόσπασμα
—
παλίουρος
—
ταπεινοφρόνως
—
πά
—
μικροβιολόγος
—
σχοινοβατικός
—
διάστρα
—
πραματευτής
—
σταυροπηγιακός
—
μποά
—
πρωτευουσιάνος
—
ψευδής
—
αφθαρσία
—
μείον
—
τεμπελόσκυλο
—
αμμοδόκη
—
βωλογυρίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве