|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προσφυγάκι? — — καροτσιέρης — ρογιάζω — εκλογέας — επιλόχειος — ταβερνιάρης — μάγκικος — θεριακλού — εκτελωνίζω — συρρικνώ — δισεκατομμυριούχος — αποκαμωμός — παράξενα — ημερίδα — ατιμώρητος — μαγνητοθεραπεία — κατεχόμενα — αλληλοδιαδοχή — αλαζονικός — άτονος — δημοσυντήρητος — βοσκή |
|||