|
η парламентское большинство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово парламентское большинство? — δεδηλωμένη как с (ново)греческого переводится слово δεδηλωμένη? — парламентское большинство — ανασταλτός — γιομ- — ηλεκτροδότηση — μηχανικισμός — γιγαντεύομαι — αντιάρμα — απομάσσω — φαυλοκρατικός — παρασιωπάω — πραματευτής — παλαιοελλαδίτης — αιχμαλώτισμός — νεοφώτιστος — χηρεύω — αφεντικός — σκατό — αβανγκαρντισμός — ορεογραφία — ύπουλος — ιδιωφελής — ουζοπότης |
|||