|
η попутчица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово попутчица? — συνταξιδιώτισσα как с (ново)греческого переводится слово συνταξιδιώτισσα? — попутчица — αλλήλους — ακαταρτισία — φαλλιρίζω — βλαχοκάλυβο — φανταρίστικος — ξέρω — υπνολάλος — γεννολογιά — υπόγλυκος — υπερένταση — ματαιόσχολος — κυβερνήτρα — ἄφατος — οδηγισμός — επίφοβα — συκοφαντικός — περίδεση — δίστιχο — ανακριβολογία — πλανεύω — ξενοκρατούμενος |
|||