Новогреческий словарь
στρόντιο
στρόντιο
το хим.
стронций
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стронций
? —
στρόντιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
στρόντιο
? — стронций
#
(ново)греческий словарь
—
στερέωμα
—
ανάλλακτος
—
νεκροκρέββατο
—
αποσταθεροποιητικά
—
ειδέχθεια
—
αγριέλι
—
ζαχαρατο
—
ασκοελιές
—
δικαιολογητικός
—
μαθηταριό
—
χρηματιστήριο
—
φεγγοβόλος
—
βαθύδενδρος
—
υδροπρίονο
—
επιβριθώς
—
ατμοσφυρίχτρα
—
σαρκίο
—
ιδιόρρυθμος
—
πώρος
—
χρυσοβαφής
—
επακούω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве