|
η ист. цех #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово цех? — μαστορεία как с (ново)греческого переводится слово μαστορεία? — цех — ανάπαλος — ανθρακευτής — κατατρώγω — αξελάκκιωτος — υποφαινόμενος — πισσαλείφω — ανεκποίητος — μεθοκόπος — ευμενής — αλφάδιασμα — ξενόφιλος — ξεκουράζω — καμπανιστός — ξετραχηλίζω — υποβάλλω — ξεσπιτώνω — γραβιέρα — τόσος — υδρόρροια — σιχασιάρης — γαμίκος |
|||