Новогреческий словарь
κατηγορούμενος
κατηγορούμεν|ος
ο
обвиняемый
;
τό εδώλιον τού ~ένου — скамья подсудимых
;
απολογία τού ~ένου — защитительная речь обвиняемого
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обвиняемый
? —
κατηγορούμενος
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατηγορούμενος
? — обвиняемый
#
(ново)греческий словарь
—
ξενοκαρπία
—
γαγγραίνωμα
—
απόψε
—
λιοκούκουδο
—
ανθοπώλις
—
τάϊσμα
—
αναίσθητος
—
σμιγάρι
—
μετεωροσκόπιο
—
δυσαρίθμητος
—
υδρόφις
—
σταλίκωμα
—
αποκαλώ
—
ζύγισμα
—
μπεκρής
—
έννομος
—
μεσοπέλαγα
—
αλουσία
—
ζωγραφίζομαι
—
συσπουδάστρια
—
βομβύκοτροφία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве